Δημοσίευμα

Συνέντευξη στον "Εθνικό Κήρυκα" Νέας Υόρκης

ARIA2


Δημήτρης Στεφανάκης: Οι ομογενείς μας να απαιτούν το καλύτερο από τους Ελληνες συγγραφείς

Aπό τους καλύτερους Ελληνες συγγραφείς ο κ. Δημήτρης Στεφανάκης με αφορμή την παρουσίαση του νέου του βιβλίου «Αρια» τολμά και στέλνει ένα μοναδικό μήνυμα στους Ελληνες ομογενείς της Αμερικής.
Ο κ. Στεφανάκης που μετά τις «Μέρες Αλεξάνδρειας» και το «Φιλμ νουάρ» συμπληρώνει με την «Αρια» μία άτυπη τριλογία που χαρακτηρίζεται από κοσμοπολιτισμό και «πνευματικό τυχοδιωκτισμό» ο οποίος τον γοητεύει -όπως άλλωστε όλους μας- ταράζει τα νερά: «Οι ομογενείς μας να απαιτούν το καλύτερο από τους Ελληνες συγγραφείς» τονίζει με έμφαση και το δικαιολογεί λέγοντας το γνωστό και άκρως αληθινό σε όλους μας «οι ξενιτεμένοι Ελληνες αγαπούν περισσότερο τον τόπο τους απ’ ό,τι οι Ελλαδίτες». Και αυτό δεν το λέει έτσι για να το πει -άλλωστε ποτέ δεν έχει κοιτάξει να είναι αρεστός- αλλά γιατί «αυτό έχει αποδείξει η Ιστορία».
Ο κ. Στεφανάκης χωρίς πολλές κουβέντες αλλά μεστές και ουσιαστικές μάς δίνει κάποια στοιχεία του νέου του βιβλίου «Αρια» αποκαλύπτοντάς μας πως «στα μυθιστορήματά μου οι ήρωες ακολουθούν το δρομολόγιο της μοίρας τους, τίποτε περισσότερο». Και αυτή είναι και η μεγαλύτερη γοητεία και μυστήριο που κρύβει το έργο.
Μέσα από την «Αρια» μας «προσφέρει» και δύο ακόμα αλήθειες που για κάποιο λόγο δεν τις παραδεχόμαστε ή δεν θέλουμε να τις παραδεχθούμε. Εκείνος ευθαρσώς και με το «ατού» που του δίνει η συγγραφική ελευθερία του και ο ρεαλισμός του μας θυμίζει πως «κανείς δεν πεθαίνει μια για πάντα, αν δεν πεθάνει πρώτα η ανάμνησή του».
Και κάπως έτσι δεν είναι; Οσο θυμόμαστε τους ανθρώπους που «έφυγαν» τους αισθανόμαστε κοντά μας, όταν τους ξεχνάμε… φεύγουν για… δεύτερη φορά. Βέβαια αυτό συμβαίνει και με τους ζωντανούς αλλά αυτό είναι μία ακόμα πιο μεγάλη αλήθεια που ο κ. Στεφανάκης αφήνει να προβληματιστούμε.
Τέλος ως δημιουργός έργων έχει δεχθεί πολλές φορές κριτική και σε τελευταία ανάλυση αυτό είναι το σωστό, είτε για να συνεχίσει το ίδιο δημιουργικό του έργο είτε για να διορθώσει κάποια που όμως στηρίζονται σε τεκμηριωμένες απόψεις.
Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που υπάρχει κακή κριτική;
Τι γίνεται όταν κάποιος ή κάποιοι κακοπροαίρετα κάνουν κακή κριτική χωρίς ουσιαστικά να έχουν κάτι να πουν;
Ε, τότε η κακή κριτική είναι «αδιακρισία, αυθαιρεσία, εμπάθεια και φθόνος», όπως την χαρακτηρίζει ο κ. Στεφανάκης.
«Περιοδικό»: Η «Αρια» είναι το τρίτο βιβλίο μιας άτυπης τριλογίας μετά τις «Μέρες Αλεξάνδρειας» και το «Φιλμ νουάρ». Πόσο σας γοητεύει ο κοσμοπολιτισμός και τι ακριβώς σημαίνει για εσάς;
Δημήτρης Στεφανάκης: Σημαίνει έναν κόσμο χωρίς σύνορα στις ψυχές των ανθρώπων, σημαίνει επίσης τόλμη και φαντασία σ’ έναν κόσμο που δεν τις διαθέτει. Καταλαβαίνετε, λοιπόν ότι αυτός ο πνευματικός τυχοδιωκτισμός με γοητεύει όπως θα γοήτευε κάθε άνθρωπο που θέλει να ταξιδεύει νοερά σε μια πραγματικότητα λίγο πιο μυθιστορηματική από αυτή που ζούμε.
«Π»: Το βιβλίο ξεκινάει με 2 φράσεις. «Η πραγματικότητα είναι άπειρη, έχει άπειρες αποχρώσεις και αν μνημονεύσω μια μονάδα, ήδη λέω ψέματα». Του Ερνέστο Σαμπάτο. και «Τον καιρό εκείνο ο κόσμος ζούσε χάρη στις αναμνήσεις, όπως σήμερα ζει χάρη στην ικανότητά του να ξεχνάει γρήγορα και οριστικά». Του Γιόζεφ Ροτ. Πως τις σχολιάζετε και τι σημαίνουν για εσάς;
Δημήτρης Στεφανάκης: Νομίζω πως ο σχολιασμός ανήκει στον ίδιο τον αναγνώστη. Αυτή είναι άλλωστε και η αρχική μου πρόθεση.
«Π»: Το λεξιλόγιο στην «Αρια» είναι πλούσιο. Δεν στέκεται σε κοινές λέξεις Προσπαθείτε μέσω της ανάγνωσης να «εμπλουτίσετε» και το λεξιλόγιο του αναγνώστη;
Δημήτρης Στεφανάκης: Στην λογοτεχνία όλα πρέπει να λέγονται με το όνομά τους, ακόμα κι αν αυτό απαιτεί ένα ευρύτερο γλωσσικό τόξο από αυτό που έχουμε συνηθίσει.
«Π»: Οπως η Αρια μας ταξιδεύει σε πολλές πόλεις, εντός και εκτός συνόρων, έτσι κι εσείς για την παρουσίασή της ταξιδέψατε σε αρκετές πόλεις. Σας αρέσει οι πρωταγωνιστές σας να μην μένουν σταθεροί; Σας αρέσουν τα ταξίδια να τα περνάτε και στα βιβλία σας ή απλά είναι ένας τρόπος να τα κάνετε πιο «ζωντανά»;
Δημήτρης Στεφανάκης: Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να «ταξιδέψει» κανείς. Στα μυθιστορήματά μου οι ήρωες ακολουθούν το δρομολόγιο της μοίρας τους, τίποτε περισσότερο. Οσο για μένα, ναι, μου αρέσουν τα ταξίδια.
«Π»: Ποια πόλη αγαπάτε περισσότερο; Παρατηρούμε ότι και στα τρία τελευταία σας βιβλία -ίσως λίγο λιγότερο στο φιλμ νουάρ- η Αλεξάνδρεια έχει την τιμητική της. Τι είναι αυτό που την κάνει να ξεχωρίζει;
Δημήτρης Στεφανάκης: Η Αλεξάνδρεια με γοητεύει, όπως και το Παρίσι, το Λονδίνο ή το Κάιρο αλλά η πόλη που πραγματικά αγαπώ είναι η Αθήνα.
«Π»: Η «Αρια» δεν στέκεται στην απλή αφήγηση ενός έρωτα, αλλά μας εξιστορεί και πραγματικά γεγονότα από την ματιά ενός διπλωμάτη. Πόσο σας δυσκόλεψε αυτή η προσέγγιση; Ηρθατε σε επαφή με διπλωμάτες, με τον τρόπο ζωής τους;
Δημήτρης Στεφανάκης: Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Οσο δύσκολο κι αν είναι κάτι τέτοιο πρέπει να το κάνεις αν θέλεις να είσαι ακριβής.
«Π»: «Μην φτάνεις ποτέ σε έναν τόπο μετά το τέλος της μέρας, αλλιώς θα νιώσεις ανεπιθύμητος». Εσείς είσαστε ένας άνθρωπος που ταξιδεύει πολύ και εντός και εκτός Ελλάδας. Από προσωπική εμπειρία βγήκε αυτή η φράση και πόσο αληθινή είναι;
Δημήτρης Στεφανάκης: Σε ένα μυθιστόρημα εμφιλοχωρούν φράσεις και σκέψεις που τις πιστεύουμε περισσότερο ή λιγότερο. Δεν είναι απαραίτητο όλα να αποτελούν προσωπικό βίωμα.
«Π»: Η αλήθεια πόσο αντικειμενική είναι;
Δημήτρης Στεφανάκης: Η αλήθεια δεν είναι δόγμα ούτε καν αξίωμα. Ολοι διεκδικούμε κάποιο μερίδιό της έστω και αν πρέπει να αυτοσχεδιάσουμε προκειμένου να το κατακτήσουμε.
«Π»: «Ο έρωτας μεροληπτεί με τον τρόπο του». Μια φράση που με έκανε να σταματήσω για λίγο την ανάγνωση και να αναρωτηθώ μεροληπτεί ή τρελαίνει;
Δημήτρης Στεφανάκης: Η μεροληψία είναι σύμπτωμα αυτής της «τρέλας» στην οποία αναφερθήκατε.
«Π»: «Στη χώρα των νεκρών κατοικεί και ο παλιός μας εαυτός». Ο παλιός μας εαυτός όμως δεν είναι κομμάτι του σημερινού; Αρα πως μπορεί να ανήκει στη «χώρα των νεκρών»; Και αν ανήκει στη «χώρα των νεκρών» δεν υπάρχει μέσα μας; Πουθενά; Πέθανε… μια για πάντα;
Δημήτρης Στεφανάκης: Δεν υπάρχει με τον τρόπο που δεν υπάρχουν οι νεκροί. Κανείς δεν πεθαίνει μια για πάντα, αν δεν πεθάνει πρώτα η ανάμνησή του.
«Π»: Αν η κριτική αποτελεί δημιουργία. Η κακή κριτική τι είναι;
Δημήτρης Στεφανάκης: Αδιακρισία, αυθαιρεσία, εμπάθεια, φθόνος…
«Π»: Οι γυναίκες περνούν γρήγορα από το ρόλο της ερωμένης σε εκείνον της μητέρας. Ενα σχόλιο που θα μπορούσα να πω ότι κρύβει κάτι παραπάνω από μια απλή διαπίστωση. Πίκρα ή ακόμα και ενόχληση. Τι ακριβώς;
Δημήτρης Στεφανάκης: Εξαρτάται αν εσύ που το λες είσαι ο γιος ή ο εραστής.
«Π»: Παιχνίδια διπλωματίας, κατασκοπίας αλλά και έρωτα. Το βιβλίο κινείται σε μια εποχή πολέμου, νιώθεις τον πόλεμο και τον φόβο του αλλά δεν τον βλέπεις. Πως αποφασίσατε να μην εμπλακείτε μέσα στη δύνη του πολέμου;
Δημήτρης Στεφανάκης: Εχω πει πολλές φορές ότι σ’ ένα μυθιστόρημα αυτό που είναι πιο σημαντικό, κατά κανόνα απουσιάζει.
«Π»: Ο τίτλος του βιβλίου με τι κριτήριο δόθηκε;
Δημήτρης Στεφανάκης: Προσπάθησα, όπως πάντα, να δώσω τον πιο ποιητικό τίτλο. Τα κατάφερα; Εσείς θα το πείτε.
«Π»: Εχετε εκφραστεί υπέρ της ενιαίας τιμής του βιβλίου. Επειδή πολλοί δεν γνωρίζουν τι ακριβώς σημαίνει «ενιαία τιμή» και ότι ισχύει για 2 χρόνια, θέλετε να μας πείτε δυο λόγια;
Δημήτρης Στεφανάκης: Ο θεσμός της ενιαίας τιμής προστατεύει το βιβλίο ως πνευματικό δημιούργημα για δύο χρόνια από την στιγμή της κυκλοφορίας του. Ετσι το «νεογέννητο» βιβλίο δεν γίνεται αντικείμενο βάναυσης εκπτωτικής πολιτικής. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλιζόμαστε όλοι: Συγγραφείς, εκδότες, βιβλιοπώλες…
«Π»: Μερικές αποκαλύψεις για το επόμενο βιβλίο σας;
Δημήτρης Στεφανάκης: Διαδραματίζεται στην Αθήνα του σήμερα.
«Π»: Τέλος κ. Στεφανάκη οι Ελληνες ομογενείς της Αμερικής θεωρούνται …βιβλιοφάγοι. Και κυρίως ελληνικών βιβλίων. Τι θα θέλατε να τους συμβουλέψετε, να τους πείτε να προσέξουν πάνω στο θέμα της ελληνικής γραφής και γλώσσας; Ενα μήνυμα που θα θέλατε να τους στείλετε για τη σημερινή κατάσταση της Ελλάδας;
Δημήτρης Στεφανάκης: Να τολμούν ως αναγνώστες και να απαιτούν το καλύτερο από τους Ελληνες συγγραφείς. Οσο για την κατάσταση της σημερινής Ελλάδας, είμαι σίγουρος ότι ενημερώνονται και γνωρίζουν καλύτερα από μας τι συμβαίνει. Οι ξενιτεμένοι Ελληνες αγαπούν περισσότερο τον τόπο τους απ’ ό,τι οι Ελλαδίτες, αυτό έχει αποδείξει η Ιστορία.
«Π»: κ. Στεφανάκη σας ευχαριστούμε πολύ.
Βιογραφικό
Ο Δημήτρης Στεφανάκης γεννήθηκε το 1961. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Εχει μεταφράσει έργα των Σωλ Μπέλοου, Ε.Μ. Φόρστερ, Γιόζεφ Μπρόντσκι και Προσπέρ Μεριμέ. Το πρώτο του μυθιστόρημα, «Φρούτα εποχής» κυκλοφόρησε το 2000 (εκδόσεις Ωκεανίδα). Ακολούθησαν: «Λέγε με Καΐρα» (Ωκεανίδα, 2002), «Το μάτι της επανάστασης έχει αχρωματοψία» (Ωκεανίδα, 2005), «Μέρες Αλεξάνδρειας» (εκδόσεις Πατάκη, 2007, β’ έκδ. Ψυχογιός 2011, μεταφράστηκε στα γαλλικά, τιμήθηκε με το Prix Mediterranee Etranger 2011 και στη συνέχεια μεταφράστηκε στα ισπανικά και στα αραβικά), «Συλλαβίζοντας το καλοκαίρι» (Εκδόσεις Πατάκη, 2009), «Θα πολεμάς με τους θεούς» (Εκδόσεις Πατάκη, 2010), «Φιλμ νουάρ» (Ψυχογιός, 2012). Ο Δημήτρης Στεφανάκης έχει τιμηθεί με το Διεθνές Βραβείο Καβάφη, το 2011, και ήταν υποψήφιος για το Prix du Livre Europeen της ίδιας χρονιάς.

Αναρτήθηκε από: Dimitris Stefanakis

Ο Δημήτρης Στεφανάκης γεννήθηκε το 1961. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Είναι συγγραφέας δώδεκα μυθιστορημάτων και ενός δοκιμίου. Έχει... Διαβάστε περισσότερα...

Comments - Σχόλια

Share this Post:

Συνεχίστε την ανάγνωση...