Δημοσίευμα

Αν περιμέναμε τους βαρβάρους

Αν περιμέναμε τους βαρβάρους

Αν περιμέναμε τους βαρβάρους

Πρώιμο αριστούργημα που θάφτηκε στην αναγνωστική βαρβαρότητα προηγούμενων δεκαετιών το άτιτλο μυθιστόρημα της Μαρίας Πολυδούρη επιμελημένο από την καθηγήτρια Νεοελληνικής φιλολογίας Χριστίνα Ντουνιά επανεκδόθηκε το 2014 από τις εκδόσεις Εστία. 
Διαβάζοντας αυτό το υπόδειγμα νεωτερικότητας γραμμένο στη δεκαετία του 1920, σε μια εποχή που η νεοελληνική λογοτεχνία πήγαινε ακόμα με τον αραμπά, δεν ξέρεις τι να πρωτοθαυμάσεις: Τις αριστουργηματικές παραγράφους με τις οποίες η συγγραφέας ανοίγει πολλά από τα κεφάλαια του βιβλίου; Τους ψυχωμένους διάλογους και τις καίριες κοινωνικές και ψυχολογικές παρατηρήσεις; Την εκρηκτική παρουσία του έρωτα με τους καλά σμιλεμένους χαρακτήρες και την συνεπή ατμόσφαιρα; Την παντελή έλλειψη μελοδραματισμού και της εύκολης συγκίνησης που προκαλούν τα αναγνώσματα σε εκείνα τα χρόνια; 
Χρειάστηκε ωστόσο να περάσει σχεδόν ένας αιώνας για να αποκατασταθεί η λογοτεχνική δικαιοσύνη κι αναρωτιέται κανείς: Ποια μάτια αδαών προσπέρασαν όλα αυτά τα χρόνια ελαφρά τη καρδία την αφηγηματική τόλμη της γνωστής ποιήτριας; Σε τι υπολειπόταν το μυθιστόρημά της από τα αφηγήματα της γενιάς του τριάντα; Η Πολυδούρη εφαρμόζει αριστοτεχνικά την αφηγηματική τεχνική που την ίδια εποχή εισάγει ο Αντρέ Ζιντ με τους Κιβδηλοποιούς τους.
Η τεχνική αυτή γνωστή ως mise an abyme εγκαινιάζει έναν ιδιότυπο εγκιβωτισμό ενός μυθιστορήματος μέσα σ’ ένα άλλο, καθιστώντας το ένα καθρέφτη του άλλου. 
Με ποιο τρόπο τα στοιχεία μιας ιστορίας όπου κυριαρχεί ο έρωτας, η τέχνη, η νιότη, η ειρωνεία αλλά και η οξυδερκής κοινωνική κριτική, μεταμορφώνονται, ανατρέπονται και επαναξιολογούνται από την δεύτερη εγκιβωτισμένη ιστορία, θα το αντιληφθεί καλύτερα ο αναγνώστης διαβάζοντας το βιβλίο. 
Η ίδια περιγράφει απλώς τους λογοτέχνες του καιρού της σαν «κιτρινιάρικα παιδιά ερωτευμένα με την τέχνη τους μα πιο πολύ ερωτευμένα με την κακοριζικιά τους σαν να ’ταν αυτή ο φορέας του ταλέντου τους…»
Κανείς δεν ξέρει ποια θα ήταν η εξέλιξη της Μαρίας Πολυδούρη και της νεοελληνικής πεζογραφίας αν το μυθιστόρημά της είχε κυκλοφορήσει στην ώρα του. Ένα είναι σίγουρο: Αυτοί που της αρνήθηκαν την έκδοσή του, θα δώσουν λόγο στον θεό της λογοτεχνίας. Είναι οι ίδιοι που  έδωσαν στο άτιτλο μυθιστόρημά της τον υποτιμητικό τίτλο «Ρομάντσο». Όσο για μας αν περιμέναμε ακόμα τους βαρβάρους, θα παραμέναμε ακόμα οι φτωχοί συγγενείς των ευρωπαϊκών γραμμάτων.
Δημήτρης Στεφανάκης

Αναρτήθηκε από: Dimitris Stefanakis

Ο Δημήτρης Στεφανάκης γεννήθηκε το 1961. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Είναι συγγραφέας δώδεκα μυθιστορημάτων και ενός δοκιμίου. Έχει... Διαβάστε περισσότερα...

Comments - Σχόλια

Share this Post:

Συνεχίστε την ανάγνωση...